Κυριακή, 24 Μαρτίου 2024 22:57

Πρωτοπόροι γιατροί - Ρόμπερτ Κοχ

Του Γιάννη Α. Μπίρη

Ένας Γερμανός γιατρός ο Robert Heinrich Hermann Koch, που γεννήθηκε στο Αννόβερο της Γερμανίας στις 11 Δεκεμβρίου 1843, θεωρείται μαζί με τον Γάλλο χημικό, φαρμακοποιό και μικροβιολόγο Louis Pasteur (1822 – 1895) ως ένας από τους κύριους ιδρυτές και πατέρας της σύγχρονης μικροβιολογίας. Σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν, απ’ όπου αποφοίτησε το 1866. Ενώ εργαζόταν ως ιδιωτικός ιατρός, ανέπτυξε πολλές καινοτόμες τεχνικές για τη μικροβιολογία, με εφόδιά του ένα μικροσκόπιο, έναν κλίβανο κι έναν μικροτόμο. Έτσι ξεκίνησε το 1876 με την ανακάλυψη του βακτηρίου του άνθρακα.

Ο Koch απέδειξε ότι «κάθε μικρόβιο μπορεί να προκαλέσει μια συγκεκριμένη ασθένεια», υποδεικνύοντας τη μικροβιακή θεωρία των ασθενειών. Δημιούργησε έτσι την επιστημονική βάση για τη δημόσια υγεία, σώζοντας εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές. Με το έργο του ο Koch θεωρείται ένας από τους ιδρυτές της σύγχρονης ιατρικής. Χρησιμοποιώντας τον φακό εμβάπτισης λαδιού, τον συμπυκνωτή και τη μικροφωτογραφία στο μικροσκόπιο προχώρησε στην εφεύρεση της βακτηριακής καλλιέργειας χρησιμοποιώντας άγαρ και γυάλινες πλάκες και έτσι μαζί μe τον γεωπόνο και βιοτεχνολόγο Julius Richard Petri που είχε εφεύρει τις ομώνυμες πλάκες, έγινε ο πρώτος που ανάπτυξε βακτήρια στο εργαστήριο.

Στις 24 Μαρτίου 1882, ανακοίνωσε την ανακάλυψη του μυκοβακτηρίου της φυματίωσης του ανθρώπου του γνωστού από τότε ως «βακίλου του Koch». Εκατό χρόνια αργότερα, από το 1982, η 24η Μαρτίου εορτάζεται κάθε χρόνο από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ως «Παγκόσμια Ημέρα Φυματίωσης». Τον ίδιο χρόνο ο Koch ανακάλυψε και το δονάκιο της χολέρας. Δυο χρόνια αργότερα, το 1884, σ’ ένα ταξίδι του στην Ινδία, συμπλήρωσε την εργασία του για την ανακάλυψη του μικροβίου της χολέρας και της μετάδοσής της με το πόσιμο νερό, την τροφή και τα ενδύματα.

Το σύνολο των ερευνών του οδήγησε στην καθιέρωση μιας ιατρικής αντίληψης γνωστής ως αξιώματα του Koch. Τέσσερις γενικευμένες ιατρικές αρχές που καθορίζουν τη σχέση των παθογόνων παραγόντων με συγκεκριμένες ασθένειες.

Σύμφωνα με αυτά τα κριτήρια, ο παθογόνος μικροοργανισμός θα πρέπει:

να είναι παρών πάντοτε, σε κάθε περίπτωση και φάση της ασθένειας
πρέπει να ανιχνεύεται στους ιστούς ή στα υγρά ασθενών ή στον οργανισμό ατόμων που πέθαναν από αυτή την ασθένεια
να μπορεί να απομονωθεί και να καλλιεργηθεί στο εργαστήριο σε αμιγή καλλιέργεια (culture) και
να μπορεί να προκαλέσει την ίδια ασθένεια σε υγιή πειραματόζωα, αλλά και να απομονωθεί ξανά από αυτά

Σε αναγνώριση του έργου του, το 1880 διορίστηκε κυβερνητικός σύμβουλος στο Imperial Health Office, το 1882 προήχθη σε ανώτερη εκτελεστική θέση στον ίδιο φορέα    και το 1885 έγινε Διευθυντής του Ινστιτούτου Υγιεινής και Πρόεδρος (Καθηγητής υγιεινής) της Ιατρικής Σχολής στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.

Η έρευνα του Koch για την φυματίωση τον οδήγησε στην ανακάλυψη της φυματίνης, μιας ουσίας που εσφαλμένα πίστεψε όμως ότι ήταν το φάρμακο για τη θεραπεία της φυματίωσης. Η προσπάθεια να χρησιμοποιηθεί η φυματίνη ως θεραπευτικό φάρμακο θεωρείται ως η «μεγαλύτερη αποτυχία» του Koch και αυτή η αστοχία του «τιμωρήθηκε» πολύ σκληρά από το Πρωσικό Υπουργείο Υγείας που επέμεινε μετά το «σκάνδαλο» με τη φυματίνη, ότι οποιαδήποτε από τις εφευρέσεις του Κοχ θα ανήκε άνευ όρων στην κυβέρνηση και αυτός δεν θα αποζημιωνόταν. Ο Koch έχασε και το δικαίωμα να υποβάλει αίτηση για προστασία διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας.

Η ανακάλυψή του δεν ήταν όμως ολοκληρωτική αποτυχία. Η φυματίνη, αρκετά χρόνια αργότερα, συνέβαλε στη διάγνωση της ασθένειας και χρησιμοποιείται και σήμερα για τον έλεγχο πιθανής υπερευαισθησίας σε ασθενείς με φυματίωση. Για την έρευνά του για τη φυματίωση βραβεύτηκε με το Νόμπελ Φυσιολογίας-Ιατρικής το 1905.   

Ο Koch πέθανε στις 27 Μαΐου του 1910. Η θεραπεία και ίαση της φυματίωσης έγινε δυνατή το 1946 με την ανακάλυψη του αντιβιοτικού στρεπτομυκίνη.