Δευτέρα, 18 Μαρτίου 2024 22:30

Κωνσταντίνος Βολανάκης

Στα μέσα του 19ου αιώνα, το 1856, μετά το τέλος των γυμνασιακών σπουδών του στη γενέτειρά του Κρήτη, όπως και πολλοί άλλοι, έφτασε στην Τεργέστη για να βρει την τύχη του, ένας δεκαεννιάχρονος.

Ήταν ο Κωνσταντίνος Βολανάκης ή Βολονάκης. Είχε τέσσερα αδέρφια, δυο αδελφούς και δυο αδελφές. Μια αδελφή του η Πολυξένη, είχε παντρευτεί τον Γεώργιο Αφεντούλη, έμπορο στην Τεργέστη κι έτσι ο νεαρός Βολανάκης είχε εξασφαλίσει τα πρώτα του βήματα στην ξενιτιά. Ο γαμπρός του τον τοποθέτησε βοηθό λογιστή στον μεγάλο εμπορικό οίκο ζάχαρης που κατείχε.

Στις ώρες της αφηρημάδας και της πλήξης, ακόμα και μέσα στα λογιστικά φύλλα αλλά και σε δικές του ιχνογραφίες, ο νεαρός σκιτσάριζε βαρκούλες, σκαριφήματα πλοίων και απόψεις του λιμανιού. Το ταλέντο του το ανακάλυψε ο Αφεντούλης και του πρότεινε να ασχοληθεί με τη ζωγραφική. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1864, τον έστειλε, με δικά του έξοδα στην Ακαδημία του Μονάχου.

Στο Μόναχο ο Βολανάκης γνώρισε τον φημισμένο ζωγράφο Βίλχεμ Φον Κάουλμπαχ που είχε σημαντική επίδραση στην τέχνη του. Στα πρώτα χρόνια ασχολήθηκε με την τοπογραφία και στο τελευταίο έτος των σπουδών του, ειδικεύτηκε στη θαλασσογραφία. Οι συνθέσεις του έχουν έντονο ρεαλιστικό χαρακτήρα, με άψογο σχέδιο και καλοδιαλεγμένα χρώματα. Θεωρείται ο πατέρας της θαλασσογραφίας και τα έργα του έχουν και ιστορική θεματογραφία.

Το 1866, στην Αδριατική θάλασσα, σε ένα νησί κοντά στη Δαλματία, που ονομάζεται Λίσσα ή Βις στα κροατικά, διεξήχθη μια ναυμαχία ανάμεσα σε μια ισχυρή δύναμη του ιταλικού στόλου και σε λίγα πλοία της Αυστριακής αυτοκρατορίας. Η νίκη έστεψε τους Αυστριακούς! Τον αμέσως επόμενο χρόνο, το 1867, ο Βολανάκης κέρδισε τον διαγωνισμό για την απεικόνιση της «Ναυμαχίας της Λίσσας». Αυτό του απέφερε τη διετή φιλοξενία σε πλοία του αυστριακού πολεμικού στόλου με σκοπό να μελετήσει τα πλοία και τη θαλάσσια τοπογραφία για να αποδώσει καλύτερα τον θαλάσσιο χώρο όπου έλαβε μέρος η ναυμαχία. Την ελαιογραφία ξεκίνησε να την ζωγραφίζει το 1868 και την ολοκλήρωσε το 1875. Τον πίνακα (λάδι σε καμβά) αγόρασε αμέσως ο αυτοκράτορας; Φραγκίσκος – Ιωσήφ της Αυστρίας και τον δώρισε στην Πινακοθήκη της Βιέννης. Σήμερα tο μνημειακών διαστάσεων έργο του (169cm x 283cm) εκτίθεται στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βουδαπέστης. Μετά από δέκα χρόνια, το 1877, ο Βολανάκης ζωγράφισε τη «Ναυμαχία του Τραφάλγκαρ». Σε αυτή την περίοδο της ζωής του ταξίδεψε σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις και ενώ βρισκόταν στο αποκορύφωμά του, το 1883, έφυγε από το Μόναχο. Την προηγούμενη χρονιά είχε ζωγραφίσει τη «Ναυμαχία της Σαλαμίνας» και την «Πυρπόληση της Τουρκικής Φρεγάτας».

Η επιστροφή του στην Ελλάδα, αποδίδεται στη σύζυγό του αλλά και η πρόταση της Ελληνικής Κυβέρνησης να γίνει καθηγητής στο Σχολείο των Τεχνών και ταυτόχρονα να έχει τη δυνατότητα της πώλησης των πινάκων του σε ναυτικούς οίκους και ιδιώτες. Και ενώ στο Σχολείο των Τεχνών δίδασκε  «Στοιχειώδη Γραφική» και «Αγαλματογραφία» η καλλιτεχνική παραγωγή του χαρακτηρίζεται από αφθονία έργων για τον βιοπορισμό της οικογένειάς του. Κορυφαίο δημιούργημά στην «ελληνική περίοδό» του ήταν «Η  Διάνοιξη του Ισθμού της Κορίνθου». Από το Σχολείο των Τεχνών παραιτήθηκε τον Νοέμβριο του 1903, για λόγους υγείας. Ακολούθησε σειρά βραβεύσεων και επαίνων που όμως δεν βοήθησαν στην επίλυση του βιοποριστικού προβλήματός του. Φτωχός και παραγκωνισμένος, έφτιαχνε κορνίζες με μικρό μεροκάματο στον Πειραιά.

Τα προβλήματα επιβίωσης της οικογένειάς του τον οδήγησαν σε κακή και επαναλαμβανόμενη ζωγραφική που πουλιόταν πλανόδια στον Τινάνειο κήπο και στον κήπο της Τερψιθέας.

Το παλληκαράκι που ζωγράφιζε ακόμα και στα λογιστικά κατάστιχα της Τεργέστης, πέθανε πάμφτωχο και ξεχασμένο στις 29 Ιουνίου 1907, σε ηλικία 70 ετών στον Πειραιά. Είχε γεννηθεί στις 17 Μαρτίου 1837. Η αναγνώριση του έργου του ήλθε πολλά χρόνια αργότερα.