Κυριακή, 10 Μαρτίου 2024 23:04

Νικόλαος Πλαστήρας

Του Γιάννη Α. Μπίρη

Στρατιωτικός και πολιτικός, έμεινε στη λαϊκή μνήμη ως ο «Μαύρος Καβαλάρης». Το προσωνύμιο αυτό «βγήκε» από τη δράση του στους βαλκανικούς πολέμους και τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Πρόκειται για τον Νικόλαο Πλαστήρα που γεννήθηκε το 1883 στην τουρκοκρατούμενη ακόμα Θεσσαλία και συγκεκριμένα στο   Βουνέσι της Καρδίτσας, το σημερινό Μορφοβούνι. Το ξεκίνημα της ζωής του μπορεί να παραλληλιστεί με αυτό του Λάμπρου Κατσώνη. 
Ο νεαρός Λάμπρος Κατσώνης, για να ξεφύγει από το μένος του Τούρκου μπέη, της Λιβαδειάς, αναγκάστηκε να την εγκαταλείψει. Και ο Πλαστήρας, μετά τον πόλεμο του 1897, κατά τη φοίτησή του στο σχολείο της Καρδίτσας, αφού μπλέχτηκε σε     μια έντονη φιλονικία με τον γιο του Τούρκου αγά, αναγκάστηκε να διαφύγει από την Καρδίτσα και μέσω Βόλου και Πειραιά να συνεχίσει τις γυμνασιακές σπουδές του στη Βαρβάκειο Σχολή. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας, ο Πλαστήρας επέστρεψε στην Καρδίτσα και τελείωσε εκεί το γυμνάσιο.
Στη συνέχεια, κατατάχτηκε ως δεκανέας στον στρατό και αφού έγινε υπαξιωματικός, το 1907, εγκατέλειψε τη μονάδα του και συγκροτώντας ομάδα εθελοντών στην Καρδίτσα, μπήκε στον Μακεδονικό Αγώνα. Έφτασε στη λίμνη των Γιαννιτσών και μετά από σύντομες επιχειρήσεις επέστρεψε στη μονάδα του. Έδωσε εξετάσεις για την εισαγωγή του στη Σχολή Υπαξιωματικών και ήλθε πρώτος επιλαχών. Ο «Σύνδεσμος Υπαξιωματικών» και ο «Στρατιωτικός Σύνδεσμος» επιδιώκοντας την εξυγίανση του στρατεύματος έκαναν το «κίνημα στο Γουδί» στο οποίο και ο Πλαστήρας συμμετείχε ενεργά. Στους Βαλκανικούς πολέμους έχοντας φτάσει στον βαθμό του υπασπιστή τάγματος, πήρε μέρος στις μάχες της Ελασσόνας, των Γιαννιτσών και του Λαχανά. Από αυτή τη μάχη οι    συμπολεμιστές του τον ονόμασαν «Μαύρο Καβαλάρη».
Η στρατιωτική καριέρα του συνεχιζόταν. Από τη Χίο όπου υπηρετούσε, είχε βάλει ως στόχο του την οργάνωση αποστολής στη Βόρεια Ήπειρο. Αυτός ο στόχος του δεν ευοδώθηκε. Κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο τάχθηκε με η βενιζελική παράταξη και το «Κίνημα της Εθνικής Αμύνης». Κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Μακεδονικό μέτωπο διακρίθηκε και προήχθη σε ταγματάρχη και μετά τη μάχη του Σκρα, τιμητικά, λόγω της ανδραγαθίας του, σε αντισυνταγματάρχη.
Το 1919 μπήκε επικεφαλής του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων και συμμετείχε στην αποτυχημένη εκστρατεία της Αντάντ στην Ουκρανία. Εκεί προήχθη σε συνταγματάρχη. Κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία, το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων δρούσε στη Μαγνησία και εξασφάλισε την ομαλή διεξαγωγή των εκλογών μεταξύ των στρατιωτών της εκστρατείας. Παρά τη συντριβή των βενιζελικών δυνάμεων ο Πλαστήρας έμεινε ακλόνητος στη θέση του. Οι πολλές νικηφόρες μάχες στη Μικρά Ασία, έδωσαν στον Πλαστήρα ακόμα ένα παρατσούκλι, το «Καρά-πιπέρ» και στο 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων το προσωνύμιο «Σεΐτάν   Ασκέρ» (Στρατός του Διαβόλου).
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, το 1922, ανέλαβε την αρχηγία της επαναστατικής επιτροπής και αφού έφτασε στην Αθήνα ανέτρεψε την κυβέρνηση, υποχρεώνοντας τον βασιλιά Κωνσταντίνο Α´ να παραιτηθεί υπέρ του γιου του Γεωργίου Β´. Υποστήριξε και ανέλαβε την ευθύνη για την «εκτέλεση των ´Εξι». Η προπολεμική πολιτική δράση του Πλαστήρα, σημαδεύτηκε όμως από το κίνημα που οργάνωσε υπέρ του Βενιζέλου στις 05 προς 06 Μαρτίου 1933, λίγο πριν από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των εκλογών.  Μετά την αποτυχία του κινήματος ο Πλαστήρας έφυγε από τη χώρα και μέχρι την Απελευθέρωση παρέμεινε κυρίως στο Παρίσι και τη Νίκαια. Στην ανώμαλη εμφυλιακή και μετεμφυλιακή πολιτική ζωή του τόπου ο Πλαστήρας διετέλεσε, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, τρεις φορές πρωθυπουργός. Αν και μετριοπαθής, απέτυχε να αποτρέψει, αν και πρωθυπουργός, την εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη και των συντρόφων του στις 30 Μαρτίου 1952. Πέθανε στην Αθήνα στις 26 Ιουλίου 1953.
Ο «Μαύρος Καβαλάρης» έμεινε στη λαϊκή μνήμη ως τίμιος άνθρωπος, που πρόσφερε ακόμα και τους μισθούς του στους φτωχούς, πεθαίνοντας χωρίς περιουσιακά στοιχεία.